| ΓλωσσοδέτεςΣτου παππού μου τη ζωνάρα μια χοντρή χοντρή ξωμπλάρα που την εχοντροξώμπλιασε του χοντροξώμπλη η μάνα.
------------ Από τα ύψη τ΄ ουρανού πέφτει τ΄ αυγό του γερανού, τσακίζει πέντε μάρμαρα, μαρμαρομαυρομάρμαρα, μαυρομάρμαρα.
------------ Καλημέρα καμηλάρη, καμηλάρη καλημέρα
-------------- Το ξίδι του Ξέρξη ξίδιασε
---------- Πίτα σπανακόπιτα σπανακολαδοφραγκοσυκοπαντζαροκολοκυθόπιτα.
----------------- Πάγκος δίπαγκος τρίπαγκος τετραδοταβλόπαγκος!
------------- Κάστανα βραστά σκαστά με τη βραστή σκαστή κουτάλα.
--------- Νερό, λινάρι, νερολίναρο, νεροκαθαρολίναρο
------------- Έφαγα και χόρτασα, ζεστά ξερά σκαστά κουκιά, με τη ζεστή ξερή σκαστή κουτάλα
----------- Ανασήκωσε την πλάκα κι αν με εύρεις απο κάτω ανεμιδιγάδισέ με.
------------ Οι σπανοί Ισπανοί εις πανί εζωγράφισαν ισπανικόν στρατόν εις πανικόν.
------------- Τρεις τίγρεις και τρία τιγράκια τρέχουν, τρία τιγράκια και τρεις τίγρεις τρώνε.
------------ Της καρέκλας το ποδάρι, ξεκαρεκλοποδαρώθηκε ποιος το ξεκαρεκλοποδιάριασε ο ξεκαρεκλοποδαράς.
----------------- Βαρέλι, ωεροβάρελο ποιος σε νεροβαρελόδεσε; Ο γιος του νεροβαρελοδέτη με νεροβαρελοβάρεσε Να ΄χα γω τα σύνεργα του γιού του νεροβαρελοδετή, καλύτερα θα σε νεροβαρελόδενα
---------------- Aνέβηκα στη μιτσιριά στη τσιτσιριά στη τσιτσιχομιτσιριά να κόψω μίτσιρα τσίτσιρα τσιτσιχομιτσιχότσιρα και έσπασε η μιτσιριά η τσιτσιριά η τσιτσιχομιτσιριά και μου έπεσαν τα τσίτσιρα τα μίτσιρα τα τσιτσιχομιτσιχότσιρα.
----------------- Άσπρη πέτρα ξεξασπρη στον ήλιο ξεξασπρόττερη, όποιος την πει καλλύτερα τζιείνος εν ο καθαρόγλωσσος
------------ Kαλημέρα, καμηλιέρη. Kαμηλιέρη, καλημέρα.
---------------- Φάλαινα, φαλαινάκι
---------------- Ανέβηκα στην τζιτζιριά, τήν μιτζιριά, τήν τζιτζιμιτζιχοτζιριά, κι έφαγα τζίτζιρα, μίτζιρα, τζιτζιμιτζιχότζιρα.
--------- Πέφτη έπεσε το πεύκο, Πέφτη πέφτει ο πεύκος κάτω.
--------- Μια εκκλησιά μολυβδωτή, μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, ποιος την μολυβδοκοντυλογλυπτοπελέκησε; Ο γιος του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή; Αν είχα εγώ τα σύνεργα, τα μίνεργα του γιου του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, θα τη μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκούσα καλύτερα από το γιο του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή.
---------------- Του το 'πα του παπού μου.
-------------- Γιατρέ, γιαούρτι τρώω.
--------- Της αλεπούς ο νούρλαρος πως δεν εξεκαυκαλοξεκουμποθηλυκαθρώθη; Τουτη η στράτα κι΄ άλλη μία, όλο μουλαραχναριά. Της αλεπούς η ουρά εφτά φορές εξεφηκαροκομπομανικοθηλυκώθηκε.
------------ Μια πάπια, μα ποια πάπια; Μια πάπια με παπιά.
-------------- Ρερητόρευκα το ρερητορευμένο ρω.
---------- Ο τζίτζιρας, ο μίτζιρας, ο τζιτζιμιτζιχότζιρας, ανέβηκε στη τζιτζιριά, στη μιτζιριά, στη τζιτζιμιτζιχοτζιριά, κι έκοψε τα τζίτζιρα, τα μίτζιρα, τα τζιτζιμιτζιχότζιρα.
---------- Φίλος έδωσε σε φίλο τριαντάφυλλο με φίλο. Φίλε φύλαγε το φύλλο, μην το δώσεις σε άλλο φίλο.
---------------- Τ΄ς εντσαν τ΄ς αλλοι; Τ΄ς εντσαν! Σαν τ΄ς εντσαν τι;
----------------- Κούπα καπακωτή, κούπα καπακωμένη. Κούπα ξεκαπάκωτη, κούπα ξεκαπακωμενη.
--------------- Μια τίγρη με τρία τιγράκια.
------------ Η συκιά μας η διπλή, η διπλογυριστή, κάνει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά. Πάει ο σκύλος ο διπλός, ο διπλογυρι-γυριστός, να φάει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά.
--------- Τρεις σπανοί Ισπανοί, εις πανί ισπανικόν ιππικόν ζωγραφίζουν.
---------- Κοράλλι, μικροκόραλλο και μικροκοραλλάκι Κοράλλι, ψιλοκόραλλο και ψιλοκοραλλάκι
---------- Ο γιος του Ρουμπή, του Κουμπή, του ρουμποκομπολογή, βγήκε να ρουμπέψει, να κουμπέψει, να ρουμποκομπολογέψει, και τον πιάσαν οι ρουμπήδες, οι κουμπήδες, οι ρουμποκομπολογήδες.
----------------- Σιδηροδρομικός σταθμός του Σιδηροκάστρου
--------- Καπνός παντοπάνκαπνος
------------- Αναποδογυροκαρυδοταυλόπαγκος.
--------------- Ο παπάς ο παχύς, έφαγε παχιά φακή. Γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή;
------------ Κοράλι ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι.
---------- H τζίτζαινα, η μίτζαινα, η τζιτζιμιτζιχότζαινα, η Δέσποινά μου ανέβηκε στη τζίτζαινα, στη μίτζαινα, στη τζιτζιμιτζιχότζαινα, και έκοψε τον καρπον της τζίτζαινης, την μίτζαινης, την τζιτζιμιτζιχότζαινης.
----------------- τυφλός τα τ' ώτα, τον τε νουν, τα τ' όμματ' εί.
----------------- Ακούμπα Κούλα, όλα τα μπαούλα.
------------ Φίλε, φέρε φίλους, φάτε, φύγετε!
--------- Φτου σκωληκομερμυγκότρυπα (σκουληκομυρμηγκότρυπα)
-------------- Εις υγείαν στον τραπεζογυροκαρεκλοκαθιζόμενον.
------------ Ο κόπρος ο παντακόκοπρος, που κόπρευε και μούλευε τα παντακοκοπρομούμουλα.
---------------- Κάτω από την πυθαρόπλακα, την πυθαρόπλακά μας, κάθεται νούμι και νούμι και νούμι και νούμι και νουμάκι, πάω να πιάσω το νούμι και φεύγει το νουμάκι.
--------------- Η μάνα μου η μαυροβουνού, ψωμί σφελίδες μοίραζε.
---------- Ο ρουμπής, ο κουμπής, ο ρουμποκομπολογής βγήκε να ρουμπέψει, να κουμπέψει, να ρουμποκομπολογέψει και τον πιάσαν οι ρουμπήδες, οι κουμπήδες, οι ρουμποκομπολογήδες.
------------- Eκκλησιά μολυβδωτή, μολυβδοκοντυλοπελεκητή ποιός τη μολυβδοκοντυλοπελεκούσε; O γιός του μολυβδοκοντυλοπελεκητή. Nα'χα κι εγώ τα σύνεργα τα μύνεργα του γιού του μολυβδοκοντυλοπελεκητή να τη μολυβδοκοντυλοπελεκούσα καλύτερα απ΄το γιο του μολυβδοκοντυλοπελεκητή.
--------- Άσπρη πέτρα ξέξασπρη κι απ' τον ήλιο ξεξασπρότερη.
--------------- Βαρέλι νεροβάρελο, ποιος σε νεροβαρελόδενε;- Του νεροβαρελοδέτη ο γιος.
--------------- Η μάννα μου η ασπρογούνα, η μάννα μου η μαυρογούνα, άσπρο μαύρο το γουνί της και το παραγούνι της.
----------- Σώσος και Σωσώ σοι τόνδ' ανέθηκε, Σώσος μεν σωθείς, Σωσώ δ' ότι Σώσος εσώθη.
------------ Παρεμπιπτόντως, επί του παρόντος όντος, διεπιστώθη πονόδοντος, και διετάχθη κατεπειγόντως, η εξαγωγή του οδόντος
----------- |