Γλωσσοδέτες

  • Νέος
  • Μικρός
  • Αβγ
  • Κανονικός
Στου παππού μου τη ζωνάρα μια χοντρή χοντρή ξωμπλάρα που την εχοντροξώμπλιασε του χοντροξώμπλη η μάνα.

------------
Από τα ύψη τ΄ ουρανού
πέφτει τ΄ αυγό του γερανού,
τσακίζει πέντε μάρμαρα,
μαρμαρομαυρομάρμαρα, μαυρομάρμαρα.

------------
Καλημέρα καμηλάρη, καμηλάρη καλημέρα

--------------
Το ξίδι του Ξέρξη ξίδιασε

----------
Πίτα σπανακόπιτα σπανακολαδοφραγκοσυκοπαντζαροκολοκυθόπιτα.

-----------------
Πάγκος δίπαγκος τρίπαγκος τετραδοταβλόπαγκος!

-------------
Κάστανα βραστά σκαστά με τη βραστή σκαστή κουτάλα.

---------
Νερό, λινάρι, νερολίναρο, νεροκαθαρολίναρο

-------------
Έφαγα και χόρτασα, ζεστά ξερά σκαστά κουκιά, με τη ζεστή ξερή σκαστή κουτάλα

-----------
Ανασήκωσε την πλάκα κι αν με εύρεις απο κάτω ανεμιδιγάδισέ με.

------------
Οι σπανοί Ισπανοί εις πανί εζωγράφισαν ισπανικόν στρατόν εις πανικόν.

-------------
Τρεις τίγρεις και τρία τιγράκια τρέχουν, τρία τιγράκια και τρεις τίγρεις τρώνε.

------------
Της καρέκλας το ποδάρι, ξεκαρεκλοποδαρώθηκε ποιος το ξεκαρεκλοποδιάριασε ο ξεκαρεκλοποδαράς.

-----------------
Βαρέλι, ωεροβάρελο
ποιος σε νεροβαρελόδεσε;
Ο γιος του νεροβαρελοδέτη με νεροβαρελοβάρεσε
Να ΄χα γω τα σύνεργα
του γιού του νεροβαρελοδετή,
καλύτερα θα σε νεροβαρελόδενα

----------------
Aνέβηκα στη μιτσιριά στη τσιτσιριά στη τσιτσιχομιτσιριά να κόψω μίτσιρα τσίτσιρα τσιτσιχομιτσιχότσιρα και έσπασε η μιτσιριά η τσιτσιριά η τσιτσιχομιτσιριά και μου έπεσαν τα τσίτσιρα τα μίτσιρα τα τσιτσιχομιτσιχότσιρα.

-----------------
Άσπρη πέτρα ξεξασπρη στον ήλιο ξεξασπρόττερη, όποιος την πει καλλύτερα τζιείνος εν ο καθαρόγλωσσος

------------
Kαλημέρα, καμηλιέρη. Kαμηλιέρη, καλημέρα.

----------------
Φάλαινα, φαλαινάκι

----------------
Ανέβηκα στην τζιτζιριά, τήν μιτζιριά, τήν τζιτζιμιτζιχοτζιριά, κι έφαγα τζίτζιρα, μίτζιρα, τζιτζιμιτζιχότζιρα.

---------
Πέφτη έπεσε το πεύκο, Πέφτη πέφτει ο πεύκος κάτω.

---------
Μια εκκλησιά μολυβδωτή, μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, ποιος την μολυβδοκοντυλογλυπτοπελέκησε; Ο γιος του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή; Αν είχα εγώ τα σύνεργα, τα μίνεργα του γιου του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, θα τη μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκούσα καλύτερα από το γιο του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή.

----------------
Του το 'πα του παπού μου.

--------------
Γιατρέ, γιαούρτι τρώω.

---------
Της αλεπούς ο νούρλαρος πως δεν εξεκαυκαλοξεκουμποθηλυκαθρώθη; Τουτη η στράτα κι΄ άλλη μία, όλο μουλαραχναριά. Της αλεπούς η ουρά εφτά φορές εξεφηκαροκομπομανικοθηλυκώθηκε.

------------
Μια πάπια, μα ποια πάπια; Μια πάπια με παπιά.

--------------
Ρερητόρευκα το ρερητορευμένο ρω.

----------
Ο τζίτζιρας, ο μίτζιρας, ο τζιτζιμιτζιχότζιρας,
ανέβηκε στη τζιτζιριά, στη μιτζιριά, στη τζιτζιμιτζιχοτζιριά,
κι έκοψε τα τζίτζιρα, τα μίτζιρα, τα τζιτζιμιτζιχότζιρα.

----------
Φίλος έδωσε σε φίλο τριαντάφυλλο με φίλο. Φίλε φύλαγε το φύλλο, μην το δώσεις σε άλλο φίλο.

----------------
Τ΄ς εντσαν τ΄ς αλλοι; Τ΄ς εντσαν! Σαν τ΄ς εντσαν τι;

-----------------
Κούπα καπακωτή, κούπα καπακωμένη. Κούπα ξεκαπάκωτη, κούπα ξεκαπακωμενη.

---------------
Μια τίγρη με τρία τιγράκια.

------------
Η συκιά μας η διπλή, η διπλογυριστή, κάνει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά. Πάει ο σκύλος ο διπλός, ο διπλογυρι-γυριστός, να φάει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά.

---------
Τρεις σπανοί Ισπανοί, εις πανί ισπανικόν ιππικόν ζωγραφίζουν.

----------
Κοράλλι, μικροκόραλλο και μικροκοραλλάκι
Κοράλλι, ψιλοκόραλλο και ψιλοκοραλλάκι

----------
Ο γιος του Ρουμπή, του Κουμπή, του ρουμποκομπολογή, βγήκε να ρουμπέψει, να κουμπέψει, να ρουμποκομπολογέψει, και τον πιάσαν οι ρουμπήδες, οι κουμπήδες, οι ρουμποκομπολογήδες.

-----------------
Σιδηροδρομικός σταθμός του Σιδηροκάστρου

---------
Καπνός παντοπάνκαπνος

-------------
Αναποδογυροκαρυδοταυλόπαγκος.

---------------
Ο παπάς ο παχύς, έφαγε παχιά φακή. Γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή;

------------
Κοράλι ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι.

----------
H τζίτζαινα, η μίτζαινα, η τζιτζιμιτζιχότζαινα, η Δέσποινά μου ανέβηκε στη τζίτζαινα, στη μίτζαινα, στη τζιτζιμιτζιχότζαινα, και έκοψε τον καρπον της τζίτζαινης, την μίτζαινης, την τζιτζιμιτζιχότζαινης.

-----------------
τυφλός τα τ' ώτα, τον τε νουν, τα τ' όμματ' εί.

-----------------
Ακούμπα Κούλα, όλα τα μπαούλα.

------------
Φίλε, φέρε φίλους, φάτε, φύγετε!

---------
Φτου σκωληκομερμυγκότρυπα (σκουληκομυρμηγκότρυπα)

--------------
Εις υγείαν στον τραπεζογυροκαρεκλοκαθιζόμενον.

------------
Ο κόπρος ο παντακόκοπρος, που κόπρευε και μούλευε τα παντακοκοπρομούμουλα.

----------------
Κάτω από την πυθαρόπλακα,
την πυθαρόπλακά μας,
κάθεται νούμι και νούμι και νούμι
και νούμι και νουμάκι,
πάω να πιάσω το νούμι
και φεύγει το νουμάκι.

---------------
Η μάνα μου η μαυροβουνού, ψωμί σφελίδες μοίραζε.

----------
Ο ρουμπής, ο κουμπής, ο ρουμποκομπολογής βγήκε να ρουμπέψει, να κουμπέψει, να ρουμποκομπολογέψει και τον πιάσαν οι ρουμπήδες, οι κουμπήδες, οι ρουμποκομπολογήδες.

-------------
Eκκλησιά μολυβδωτή, μολυβδοκοντυλοπελεκητή ποιός τη μολυβδοκοντυλοπελεκούσε; O γιός του μολυβδοκοντυλοπελεκητή. Nα'χα κι εγώ τα σύνεργα τα μύνεργα του γιού του μολυβδοκοντυλοπελεκητή να τη μολυβδοκοντυλοπελεκούσα καλύτερα απ΄το γιο του μολυβδοκοντυλοπελεκητή.

---------
Άσπρη πέτρα ξέξασπρη κι απ' τον ήλιο ξεξασπρότερη.

---------------
Βαρέλι νεροβάρελο, ποιος σε νεροβαρελόδενε;- Του νεροβαρελοδέτη ο γιος.

---------------
Η μάννα μου η ασπρογούνα,
η μάννα μου η μαυρογούνα,
άσπρο μαύρο το γουνί της
και το παραγούνι της.

-----------
Σώσος και Σωσώ σοι τόνδ' ανέθηκε,
Σώσος μεν σωθείς, Σωσώ δ' ότι
Σώσος εσώθη.

------------
Παρεμπιπτόντως, επί του παρόντος όντος, διεπιστώθη πονόδοντος, και διετάχθη κατεπειγόντως, η εξαγωγή του οδόντος

-----------



56 αστεία
[x]